νομιναλιστικός
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- νομιναλιστικός < → λείπει η ετυμολογία
Επίθετο
επεξεργασίανομιναλιστικός
- αυτός που ανήκει ή αναφέρεται στο νομιναλισμό
Μεταφράσεις
επεξεργασία νομιναλιστικός
|
νομιναλιστικός
|