Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Donate Now
If this site has been useful to you, please give today.
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
νευτώνειος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
νευτώνει
ος
η
νευτώνει
α
το
νευτώνει
ο
γενική
του
νευτώνει
ου
της
νευτώνει
ας
του
νευτώνει
ου
αιτιατική
τον
νευτώνει
ο
τη
νευτώνει
α
το
νευτώνει
ο
κλητική
νευτώνει
ε
νευτώνει
α
νευτώνει
ο
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
νευτώνει
οι
οι
νευτώνει
ες
τα
νευτώνει
α
γενική
των
νευτώνει
ων
των
νευτώνει
ων
των
νευτώνει
ων
αιτιατική
τους
νευτώνει
ους
τις
νευτώνει
ες
τα
νευτώνει
α
κλητική
νευτώνει
οι
νευτώνει
ες
νευτώνει
α
ομάδα 'ωραίος'
,
Κατηγορία
όπως «
θαυμάσιος
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
νευτώνειος
<
το όνομα
Νεύτων
προς τιμήν του Άγγλου φυσικού
Νεύτωνα (Newton)
+
-ειος
Επίθετο
επεξεργασία
νευτώνειος
που σχετίζεται με τον Άγγλο φυσικό
Νεύτωνα
Μεταφράσεις
επεξεργασία
νευτώνειος