μυλαύλακο
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαμυλαύλακο ουδέτερο
- υδραύλακας που φέρει νερό στη μυλόστερνα του νερόμυλου
Άλλες μορφές
επεξεργασίαΔείτε επίσης
επεξεργασία- Flume στην αγγλική Βικιπαίδεια
μυλαύλακο ουδέτερο