• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Είσοδος
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών

μπακαλιαράκι

  • Διαβάστε σε άλλη γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Συγγενικές λέξεις
      • 1.2.2 Μεταφράσεις

Ελληνικά (el) Επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το μπακαλιαράκι τα μπακαλιαράκια
      γενική — —
    αιτιατική το μπακαλιαράκι τα μπακαλιαράκια
     κλητική μπακαλιαράκι μπακαλιαράκια
όπως «παιδάκι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία Επεξεργασία

μπακαλιαράκι < μπακαλιάρος + υποκοριστικό επίθημα -άκι

  ΟυσιαστικόΕπεξεργασία

μπακαλιαράκι ουδέτερο

  • (ιχθυολογία) υποκοριστικό του μπακαλιάρος

Συγγενικές λέξειςΕπεξεργασία

  • → δείτε τη λέξη μπακαλιάρος

  ΜεταφράσειςΕπεξεργασία

    μπακαλιαράκι
  • αγγλικά : codling (en)
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=μπακαλιαράκι&oldid=4061473"
Τελευταία επεξεργασία στις 8 Αυγούστου 2019, στις 21:11

Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
  • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 8 Αυγούστου 2019, στις 21:11.
  • Όλα τα κείμενα είναι διαθέσιμα υπό την Άδεια Creative Commons Αναφορά Δημιουργού-Παρόμοια Διανομή 3.0· μπορεί να ισχύουν πρόσθετοι όροι. Δείτε τους Όρους Χρήσης για λεπτομέρειες.
  • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
  • Όροι χρήσης
  • Επιφάνεια εργασίας
  • Προγραμματιστές
  • Στατιστικά
  • Δήλωση cookie