μπάσκετ
Ελληνικά (el) Επεξεργασία
Ετυμολογία Επεξεργασία
- μπάσκετ < αγγλική basketball με αποβολή του δεύτερου συνθετικού
ΟυσιαστικόΕπεξεργασία
μπάσκετ ουδέτερο άκλιτο
- (αθλητισμός) αθλητικό παιχνίδι ανάμεσα σε δύο ομάδες των πέντε παικτών, που πρέπει, χρησιμοποιώντας κυρίως τα χέρια και την τρίπλα να περάσουν μια μπάλα στο στόχο του αντιπάλου που είναι ένα υπερυψωμένο καλάθι
ΣυνώνυμαΕπεξεργασία
Επεξεργασία
Δείτε επίσηςΕπεξεργασία
ΜεταφράσειςΕπεξεργασία
μπάσκετ
|