μοτοσικλετόδρομος
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- μοτοσικλετόδρομος < μοτοσικλέτ(α) + -ό- + -δρομος
Ουσιαστικό
επεξεργασίαμοτοσικλετόδρομος αρσενικό
- δρόμος για μοτοσικλέτες
Μεταφράσεις
επεξεργασία μοτοσικλετόδρομος
μοτοσικλετόδρομος αρσενικό