Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
μοντεσσοριανός
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
μοντεσσοριαν
ός
η
μοντεσσοριαν
ή
το
μοντεσσοριαν
ό
γενική
του
μοντεσσοριαν
ού
της
μοντεσσοριαν
ής
του
μοντεσσοριαν
ού
αιτιατική
τον
μοντεσσοριαν
ό
τη
μοντεσσοριαν
ή
το
μοντεσσοριαν
ό
κλητική
μοντεσσοριαν
έ
μοντεσσοριαν
ή
μοντεσσοριαν
ό
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
μοντεσσοριαν
οί
οι
μοντεσσοριαν
ές
τα
μοντεσσοριαν
ά
γενική
των
μοντεσσοριαν
ών
των
μοντεσσοριαν
ών
των
μοντεσσοριαν
ών
αιτιατική
τους
μοντεσσοριαν
ούς
τις
μοντεσσοριαν
ές
τα
μοντεσσοριαν
ά
κλητική
μοντεσσοριαν
οί
μοντεσσοριαν
ές
μοντεσσοριαν
ά
Κατηγορία
όπως «
καλός
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Επίθετο
επεξεργασία
που σχετίζεται με το εκπαιδευτικό σύστημα (μοντεσσοριανισμός) της Maria Montessori