Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο μοντεσσοριανός η μοντεσσοριανή το μοντεσσοριανό
      γενική του μοντεσσοριανού της μοντεσσοριανής του μοντεσσοριανού
    αιτιατική τον μοντεσσοριανό τη μοντεσσοριανή το μοντεσσοριανό
     κλητική μοντεσσοριανέ μοντεσσοριανή μοντεσσοριανό
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι μοντεσσοριανοί οι μοντεσσοριανές τα μοντεσσοριανά
      γενική των μοντεσσοριανών των μοντεσσοριανών των μοντεσσοριανών
    αιτιατική τους μοντεσσοριανούς τις μοντεσσοριανές τα μοντεσσοριανά
     κλητική μοντεσσοριανοί μοντεσσοριανές μοντεσσοριανά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

  Επίθετο επεξεργασία

  • που σχετίζεται με το εκπαιδευτικό σύστημα (μοντεσσοριανισμός) της Maria Montessori