Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το μολυντήρι τα μολυντήρια
      γενική του μολυντηριού των μολυντηριών
    αιτιατική το μολυντήρι τα μολυντήρια
     κλητική μολυντήρι μολυντήρια
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
 
ένα μολυντήρι

  Ετυμολογία επεξεργασία

μολυντήρι < μολύνω

  Ουσιαστικό επεξεργασία

μολυντήρι ουδέτερο

  1. το σαμιαμίδι
  2. (ειδικότερα), (ζωολογία) το σαμιαμίδι: Hemidactylus turcicus

  Μεταφράσεις επεξεργασία