μικροζημιά
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | μικροζημιά | οι | μικροζημιές |
γενική | της | μικροζημιάς | των | μικροζημιών |
αιτιατική | τη | μικροζημιά | τις | μικροζημιές |
κλητική | μικροζημιά | μικροζημιές | ||
Οι καταλήξεις προφέρονται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «καρδιά» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
μικροζημιά θηλυκό
Μεταφράσεις επεξεργασία
μικροζημιά
|