Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η μεταϊδεολογία οι μεταϊδεολογίες
      γενική της μεταϊδεολογίας των μεταϊδεολογιών
    αιτιατική τη μεταϊδεολογία τις μεταϊδεολογίες
     κλητική μεταϊδεολογία μεταϊδεολογίες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

μεταϊδεολογία < μετα- + ιδεολογία ((μεταφραστικό δάνειο) αγγλική meta-ideology)

  Ουσιαστικό επεξεργασία

μεταϊδεολογία θηλυκό

  Μεταφράσεις επεξεργασία