μεταηθική
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- μεταηθική < μετα- + ηθική ((μεταφραστικό δάνειο) αγγλική meta-ethics[1])
Ουσιαστικό
επεξεργασίαμεταηθική θηλυκό
Μεταφράσεις
επεξεργασία- ↑ μεταηθική - Χαραλαμπάκης, Χριστόφορος (επιμέλεια) (2014). Χρηστικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας. Αθήνα: Ακαδημία Αθηνών. (ψηφιοποιημένη έκδοση από το 2023, συντομογραφίες-σύμβολα)