μερτζάνι
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | μερτζάνι | τα | μερτζάνια |
γενική | του | μερτζανιού | των | μερτζανιών |
αιτιατική | το | μερτζάνι | τα | μερτζάνια |
κλητική | μερτζάνι | μερτζάνια | ||
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- μερτζάνι < (άμεσο δάνειο) τουρκική mercan < περσική مرجان (marjān)
Ουσιαστικό
επεξεργασίαμερτζάνι ουδέτερο
- το κοράλλι
Μεταφράσεις
επεξεργασία μερτζάνι
→ δείτε τη λέξη κοράλλι |