μεθειονίνη
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΟυσιαστικό
επεξεργασίαμεθειονίνη θηλυκό
- (βιοχημεία, αμινοξύ)απαραίτητο αμινοξύ που περιέχει θείο με τύπο CH3-S-(CH2)2-CH(NH2)-COOH και σύμβολο Met ή M
Μεταφράσεις
επεξεργασία μεθειονίνη