μαντάρισμα
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
μαντάρισμα ουδέτερο
- το αποτέλεσμα αλλά και η ενέργεια τού μαντάρω
- Και εξηγεί ότι οι δουλειές πάνε καλά επειδή οι Ελληνίδες δεν... ράβουν: «Ναι, ένα καλό ρούχο μάς το φέρνουν για μαντάρισμα, αλλά κυρίως επειδή οι νεότερες γυναίκες δεν ξέρουν να το κάνουν μόνες τους». (*)