μήπως
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- μήπως < (κληρονομημένο) αρχαία ελληνική μήπως < μή πως
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /ˈmi.pos/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : μή‐πως
Σύνδεσμος
επεξεργασίαμήπως
διστακτικός σύνδεσμος (ενίοτε με επιρρηματική σημασία) που…
- εισάγει ευθείες ερωτήσεις) που εκφράζουν απορία
- Μήπως ήρθε ο Γιώργος;
- εισάγει ευθείες ερωτήσεις (ρητορικές ερωτήσεις) που εκφράζουν κατάφαση ή άρνηση
- Μήπως να πέσω απ' τον γκρεμό καλύτερα;
- εισάγει πλάγιες ερωτήσεις που εκφράζουν απορία ή φόβο
- Η Τατιάνα ρώτησε μήπως μπορούμε να της χαρίσουμε το φόρεμα.
- άλλες μορφές: μήπως (και)
- Πάρε μια ζακέτα μήπως και κρυώσεις.
- εισάγει δευτερεύουσες ενδοιαστικές προτάσεις
- Φοβάμαι μήπως βρέξει.
- εισάγει κύριες ενδοιαστικές προτάσεις
- Μήπως αισθάνεσαι άβολα;