Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
lest
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Δείτε επίσης
:
least
Πίνακας περιεχομένων
1
Αγγλικά (en)
1.1
Σύνδεσμος
2
Ισλανδικά (is)
2.1
Ουσιαστικό
Αγγλικά
(en)
επεξεργασία
Σύνδεσμος
επεξεργασία
lest
(en)
μήπως
, από φόβο
μήπως
, μήπως και,
για να μην
,
σε περίπτωση που
(συμβεί κάτι δυσμενές-ανεπιθύμητο)
Ισλανδικά
(is)
επεξεργασία
Ουσιαστικό
επεξεργασία
lest
(is)
τρένο