πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η μάσκαρα οι μάσκαρες
      γενική της μάσκαρας
    αιτιατική τη μάσκαρα τις μάσκαρες
     κλητική μάσκαρα μάσκαρες
Κατηγορία όπως «πέστροφα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά
γυναίκα που βάζει μάσκαρα

Ετυμολογία

επεξεργασία

Ουσιαστικό

επεξεργασία

μάσκαρα θηλυκό άκλιτο

Μεταφράσεις

επεξεργασία

Αναφορές

επεξεργασία
  1. Μπαμπινιώτης, Γεώργιος (2010). Ετυμολογικό Λεξικό της Νέας Ελληνικής Γλώσσας (Β' ανατύπωση. 2009: A' έκδοση). Αθήνα: Κέντρο Λεξικολογίας.
  2. μάσκαρα - Λεξικό της Κοινής Νεοελληνικής (1998) του Ιδρύματος Μανόλη Τριανταφυλλίδη (συντομογραφίες-σύμβολα). Η Πύλη για την ελληνική γλώσσα, Κέντρο Ελληνικής Γλώσσας