Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η λογοκρατία οι λογοκρατίες
      γενική της λογοκρατίας των λογοκρατιών
    αιτιατική τη λογοκρατία τις λογοκρατίες
     κλητική λογοκρατία λογοκρατίες
Κατηγορία όπως «σοφία» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

λογοκρατία < λόγος + -ο- + -κρατία

  Ουσιαστικό επεξεργασία

λογοκρατία θηλυκό

Συνώνυμα επεξεργασία

Αντώνυμα επεξεργασία

Συγγενικά επεξεργασία

  Πηγές επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία