Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
λαχανοντολμάς
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Συγγενικά
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
ο
λαχανοντολμ
άς
οι
λαχανοντολμ
άδες
γενική
του
λαχανοντολμ
ά
των
λαχανοντολμ
άδων
αιτιατική
τον
λαχανοντολμ
ά
τους
λαχανοντολμ
άδες
κλητική
λαχανοντολμ
ά
λαχανοντολμ
άδες
Κατηγορία
όπως «
ψαράς
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
λαχανοντολμάς
<
λάχαν(ο)
+
-ο-
+
ντολμάς
Ουσιαστικό
επεξεργασία
λαχανοντολμάς
αρσενικό
ντολμάς
που έχει φύλλο από λάχανο αντί για κληματόφυλλο
Συγγενικά
επεξεργασία
→
δείτε
τις λέξεις
λάχανο
και
ντολμάς
Μεταφράσεις
επεξεργασία
λαχανοντολμάς
πολωνικά
:
gołąbek
(pl)
τουρκικά
:
lahana sarması
(tr)