Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
λαθροθήρας
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Συνώνυμα
1.2.2
Συγγενικά
1.2.3
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
ο
λαθροθήρ
ας
οι
λαθροθήρ
ες
γενική
του
λαθροθήρ
α
των
λαθροθήρ
ων
αιτιατική
τον
λαθροθήρ
α
τους
λαθροθήρ
ες
κλητική
λαθροθήρ
α
λαθροθήρ
ες
Κατηγορία
όπως «
αγώνας
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
λαθροθήρας
<
λαθρο-
+
-θήρας
Ουσιαστικό
επεξεργασία
λαθροθήρας
αρσενικό
αυτός που
κυνηγάει
παράνομα
Συνώνυμα
επεξεργασία
λαθροκυνηγός
Συγγενικά
επεξεργασία
λαθροθηρία
Μεταφράσεις
επεξεργασία
λαθροθήρας
γαλλικά
:
braconnier
(fr)
ισπανικά
:
furtivo
(es)
πολωνικά
:
kłusownik
(pl)