↓ πτώσεις       ενικός      
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική ο κυτοπλασματικός η κυτοπλασματική το κυτοπλασματικό
      γενική του κυτοπλασματικού της κυτοπλασματικής του κυτοπλασματικού
    αιτιατική τον κυτοπλασματικό την κυτοπλασματική το κυτοπλασματικό
     κλητική κυτοπλασματικέ κυτοπλασματική κυτοπλασματικό
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
γένη → αρσενικό θηλυκό ουδέτερο
ονομαστική οι κυτοπλασματικοί οι κυτοπλασματικές τα κυτοπλασματικά
      γενική των κυτοπλασματικών των κυτοπλασματικών των κυτοπλασματικών
    αιτιατική τους κυτοπλασματικούς τις κυτοπλασματικές τα κυτοπλασματικά
     κλητική κυτοπλασματικοί κυτοπλασματικές κυτοπλασματικά
Κατηγορία όπως «καλός» - Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές

  Ετυμολογία

επεξεργασία
κυτοπλασματικός < κυτόπλασμα

  Επίθετο

επεξεργασία

κυτοπλασματικός, -ή, -ό

  Μεταφράσεις

επεξεργασία