Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
κυμβαλιστής
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Συγγενικά
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
ο
κυμβαλιστ
ής
οι
κυμβαλιστ
ές
γενική
του
κυμβαλιστ
ή
των
κυμβαλιστ
ών
αιτιατική
τον
κυμβαλιστ
ή
τους
κυμβαλιστ
ές
κλητική
κυμβαλιστ
ή
κυμβαλιστ
ές
Κατηγορία
όπως «
ποιητής
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
κυμβαλιστής
<
κύμβαλ(ο)
+
-ιστής
Ουσιαστικό
επεξεργασία
κυμβαλιστής
αρσενικό
ο μουσικός που παίζει τα
κύμβαλα
Συγγενικά
επεξεργασία
κυμβαλίζω
Μεταφράσεις
επεξεργασία
κυμβαλιστής
αγγλικά
:
cymbalist
(en)
αλβανικά
:
cimbalist
(sq)