• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Κοντινά
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
  • Δωρεές
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

κραταιός

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία
Δείτε επίσης : κράτος, κρατερός

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Προφορά
    • 1.3 Επίθετο
      • 1.3.1 Συνώνυμα
      • 1.3.2 Αντώνυμα
      • 1.3.3 Συγγενικές λέξεις
      • 1.3.4 Μεταφράσεις

Νέα ελληνικά (el)Επεξεργασία

→ λείπει η κλίση

  Ετυμολογία Επεξεργασία

κραταιός < (διαχρονικό δάνειο) αρχαία ελληνική κραταιός < κράτος

  ΠροφοράΕπεξεργασία

ΔΦΑ : /kɾa.teˈos/
τυπογραφικός συλλαβισμός : κρα‐ται‐ός

  ΕπίθετοΕπεξεργασία

κραταιός, -ή/-ά, -ό

  • (λόγιο) που έχει μεγάλη δύναμη
    ↪ κραταιή αυτοκρατορία

ΣυνώνυμαΕπεξεργασία

  • δυνατός
  • ισχυρός
  • σθεναρός
  • ρωμαλέος

ΑντώνυμαΕπεξεργασία

  • αδύναμος
  • ανίσχυρος
  • ασθενής
  • ισχνός

Συγγενικές λέξειςΕπεξεργασία

  • κραταιότητα
  • κραταιώνω
  • κραταιώς
  • κραταίωση
  • κρατύνω
  • → δείτε τη λέξη κράτος

  ΜεταφράσειςΕπεξεργασία

    κραταιός
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=κραταιός&oldid=5485549"
Τελευταία επεξεργασία στις 31 Ιανουαρίου 2022, στις 11:15
Βικιλεξικό
  • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 31 Ιανουαρίου 2022, στις 11:15.
  • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 3.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
  • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
  • Όροι χρήσης
  • Επιφάνεια εργασίας
  • Προγραμματιστές
  • Στατιστικά
  • Δήλωση cookie