κουλούριασμα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- κουλούριασμα < κουλουριάζω + -μα
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /kuˈlur.ʝa.zma/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : κου‐λού‐ρια‐σμα
Ουσιαστικό
επεξεργασίακουλούριασμα ουδέτερο
- η διαδικασία ή το αποτέλεσμα του κουλουριάζω
Μεταφράσεις
επεξεργασία κουλούριασμα
|