Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
κολαστήριο
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
προσχέδιο λήμματος
: μπορείτε να βοηθήσετε
επεκτείνοντάς το λήμμα
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
το
κολαστήρι
ο
τα
κολαστήρι
α
γενική
του
κολαστηρί
ου
&
κολαστήρι
ου
των
κολαστηρί
ων
αιτιατική
το
κολαστήρι
ο
τα
κολαστήρι
α
κλητική
κολαστήρι
ο
κολαστήρι
α
Κατηγορία
όπως «
πρόσωπο
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
κολαστήριο
<
→
λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασία
κολαστήριο
ουδέτερο
τόπος βασανισμού ή τιμωρίας
Μεταφράσεις
επεξεργασία
κολαστήριο
αγγλικά
:
hell
(en)
γαλλικά
:
enfer
(fr)
,
lieu
(fr)
de
supplice
(fr)