πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η καταφερτζού οι καταφερτζούδες
      γενική της καταφερτζούς των καταφερτζούδων
    αιτιατική την καταφερτζού τις καταφερτζούδες
     κλητική καταφερτζού καταφερτζούδες
Κατηγορία όπως «αλεπού» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία
καταφερτζού < καταφερτζ(ής) + κατάληξη θηλυκού -ού (-τζού)

Ουσιαστικό

επεξεργασία

καταφερτζού θηλυκό

Μεταφράσεις

επεξεργασία

για γλώσσες που δεν έχουν ξεχωριστή λέξη για το θηλυκό σε αυτόν τον όρο (ή γενικά) δείτε καταφερτζής

Κλιτικός τύπος επιθέτου

επεξεργασία

Αναφορές

επεξεργασία