καταλογή
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
- καταλογή < ελληνιστική κοινή καταλογή
Ουσιαστικό
επεξεργασία
καταλογή θηλυκό
- (λογοτεχνικό) ποίημα της δημοτικής παράδοσης που δεν τραγουδιέται αλλά απαγγέλλεται
Μεταφράσεις
επεξεργασία
καταλογή
|