καρβούνιασμα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- καρβούνιασμα < καρβουνιάζω + -μα
Ουσιαστικό
επεξεργασίακαρβούνιασμα ουδέτερο
- η διαδικασία ή το αποτέλεσμα του καρβουνιάζω
Άλλες μορφές
επεξεργασίαΜεταφράσεις
επεξεργασία καρβούνιασμα
|