Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

 
καπνιστήρι (1)
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το καπνιστήρι τα καπνιστήρια
      γενική του καπνιστηριού των καπνιστηριών
    αιτιατική το καπνιστήρι τα καπνιστήρια
     κλητική καπνιστήρι καπνιστήρια
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

καπνιστήρι < καπνίζω

  Ουσιαστικό επεξεργασία

καπνιστήρι ουδέτερο

Συνώνυμα επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία