καμφορόδεντρο
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασίαΠροφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /kaɱ.foˈɾo.ðen.dɾo/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : καμ‐φο‐ρό‐δε‐ντρο
Ουσιαστικό
επεξεργασίακαμφορόδεντρο ουδέτερο
- (φυτό) μεγάλο αειθαλές δέντρο (είδος Cinnamomum camphora) με μικρά άσπρα άνθη και μικρούς στρογγυλούς μαύρους καρπούς· από το ξύλο και τα φύλλα του παράγεται η καμφορά
Μεταφράσεις
επεξεργασία καμφορόδεντρο