Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Donate Now
If this site has been useful to you, please give today.
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
κακκαβιά
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.3
Συνώνυμα
1.3.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
κακκαβιά
<
κακκάβι
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
κακκαβι
ά
οι
κακκαβι
ές
γενική
της
κακκαβι
άς
των
κακκαβι
ών
αιτιατική
την
κακκαβι
ά
τις
κακκαβι
ές
κλητική
κακκαβι
ά
κακκαβι
ές
Οι καταλήξεις προφέρονται με
συνίζηση
.
Κατηγορία
όπως «
καρδιά
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ουσιαστικό
επεξεργασία
κακκαβιά
θηλυκό
το περιεχόμενο κι η χωρητικότητα του
κακκαβιού
(
φαγητά
)
σούπα
που φτιάχνεται βράζοντας ποικιλία μικρών
ψαριών
μαζί
Συνώνυμα
επεξεργασία
καζανιά
Μεταφράσεις
επεξεργασία
κακκαβιά