↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το καθήλωμα τα καθηλώματα
      γενική του καθηλώματος των καθηλωμάτων
    αιτιατική το καθήλωμα τα καθηλώματα
     κλητική καθήλωμα καθηλώματα
Κατηγορία όπως «όνομα» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
καθήλωμα < καθηλώνω + -μα

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

καθήλωμα ουδέτερο

Συγγενικά

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία
  • καθήλωμα - Αναστασιάδη - Συμεωνίδη, Άννα (2003). Αντίστροφο λεξικό της νέας ελληνικής. Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη.  (συντομογραφίες)