ισοκράτημα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία
Ετυμολογία
επεξεργασία
Προφορά
επεξεργασία
- ΔΦΑ : /i.soˈkɾa.ti.ma/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : ι‐σο‐κρά‐τη‐μα
Ουσιαστικό
επεξεργασία
ισοκράτημα ουδέτερο
- (βυζαντινή μουσική) συνοδεία της μελωδίας με τη σταθερή συνήχηση του ίσου
Συγγενικά
επεξεργασίαΔείτε επίσης
επεξεργασία
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ισοκράτημα
|