Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Donate Now
If this site has been useful to you, please give today.
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ιεροσύλημα
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Προφορά
1.3
Ουσιαστικό
1.3.1
Συγγενικά
1.3.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
το
ιεροσύλημα
τα
ιεροσυλήμα
τ
α
γενική
του
ιεροσυλήμα
τ
ος
των
ιεροσυλημά
τ
ων
αιτιατική
το
ιεροσύλημα
τα
ιεροσυλήμα
τ
α
κλητική
ιεροσύλημα
ιεροσυλήμα
τ
α
Κατηγορία
όπως «
όνομα
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
ιεροσύλημα
<
ελληνιστική κοινή
ἱεροσύλημα
Προφορά
επεξεργασία
ΔΦΑ
: /
i.e.ɾoˈsi.li.ma
/
Ουσιαστικό
επεξεργασία
ιεροσύλημα
ουδέτερο
ό,τι
κλέβει
κάποιος
ιερόσυλος
Συγγενικά
επεξεργασία
ιεροσυλία
ιερόσυλος
ιεροσυλώ
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ιεροσύλημα