ιεροεξεταστικός
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
- ιεροεξεταστικός < Ιερά Εξέταση
Επίθετο επεξεργασία
ιεροεξεταστικός
- που έχει τις ιδιότητες της Ιεράς Εξέτασης, επικριτικός με υπερβολική αυστηρότητα, και ακαμψία
Μεταφράσεις επεξεργασία
ιεροεξεταστικός
|