Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
θαλασσίτσα
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
θαλασσίτσ
α
οι
θαλασσίτσ
ες
γενική
της
θαλασσίτσ
ας
των
θαλασσιτσ
ών
αιτιατική
τη
θαλασσίτσ
α
τις
θαλασσίτσ
ες
κλητική
θαλασσίτσ
α
θαλασσίτσ
ες
Κατηγορία
όπως «
σοφία
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
θαλασσίτσα
<
θάλασσ(α)
+
υποκοριστικό
επίθημα
-ίτσα
Ουσιαστικό
επεξεργασία
θαλασσίτσα
θηλυκό
τρυφερά
, με αγάπη, ή με
λαχτάρα
(μια ζεστή μέρα του καλοκαιριού) η θάλασσα
Μεταφράσεις
επεξεργασία
θαλασσίτσα