ημερόπλοιο
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
Ετυμολογία επεξεργασία
Ουσιαστικό επεξεργασία
ημερόπλοιο ουδέτερο
- πλοίο που εκτελεί σύντομα δρομολόγια αναψυχής για τουρίστες κατά τη διάρκεια της ημέρας
Μεταφράσεις επεξεργασία
ημερόπλοιο
|
ημερόπλοιο ουδέτερο
|