ηλεκτροαμφιβληστροειδογράφος

Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο ηλεκτροαμφιβληστροειδογράφος οι ηλεκτροαμφιβληστροειδογράφοι
      γενική του ηλεκτροαμφιβληστροειδογράφου των ηλεκτροαμφιβληστροειδογράφων
    αιτιατική τον ηλεκτροαμφιβληστροειδογράφο τους ηλεκτροαμφιβληστροειδογράφους
     κλητική ηλεκτροαμφιβληστροειδογράφε ηλεκτροαμφιβληστροειδογράφοι
Κατηγορία όπως «δρόμος» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

ηλεκτροαμφιβληστροειδογράφος < ηλεκτρο- + αμφιβληστροειδής + -ο- + -γράφος

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /i.le.ktɾo.aɱ.fi.vli.stɾo.i.ðoˈɣɾa.fos/

  Ουσιαστικό επεξεργασία

ηλεκτροαμφιβληστροειδογράφος αρσενικό

Συγγενικά επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία