Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική το ζουζουνάκι τα ζουζουνάκια
      γενική
    αιτιατική το ζουζουνάκι τα ζουζουνάκια
     κλητική ζουζουνάκι ζουζουνάκια
Η κατάληξη του πληθυντικού -ια προφέρεται με συνίζηση.
Κατηγορία όπως «παιδάκι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

ζουζουνάκι < ζουζούν(ι) + υποκοριστικό επίθημα -άκι < (ηχομιμητική λέξη) (ζζζ)

  Ουσιαστικό επεξεργασία

ζουζουνάκι ουδέτερο

  1. υποκοριστικό του ζουζούνι
  2. (προσφώνηση, οικείο) χαϊδευτική προσφώνηση αγαπημένου προσώπου

Συνώνυμα επεξεργασία

Συγγενικά επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία

για γλώσσες που δεν διαχωρίζουν το υποκοριστικό σε αυτόν τον όρο (ή γενικά) δείτε ζουζούνι