Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
ευφυολόγος
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
ο
/
η
ευφυολόγ
ος
οι
ευφυολόγ
οι
γενική
του
/
της
ευφυολόγ
ου
των
ευφυολόγ
ων
αιτιατική
τον
/
την
ευφυολόγ
ο
τους
/
τις
ευφυολόγ
ους
κλητική
ευφυολόγ
ε
ευφυολόγ
οι
Κατηγορία
όπως «
ζωγράφος
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
ευφυολόγος
<
ευφυ(ής)
+
-ο-
+
-λόγος
Ουσιαστικό
επεξεργασία
ευφυολόγος
αρσενικό ή θηλυκό
που λέει
ευφυολογίες
/
ευφυολογήματα
Μεταφράσεις
επεξεργασία
ευφυολόγος