• Αρχική σελίδα
  • Τυχαίο
  • Σύνδεση
  • Ρυθμίσεις
Donate Now If this site has been useful to you, please give today.
  • Σχετικά με Βικιλεξικό
  • Αποποίηση ευθυνών
Βικιλεξικό

εργατικά

  • Γλώσσα
  • Παρακολούθηση
  • Επεξεργασία

Πίνακας περιεχομένων

  • 1 Νέα ελληνικά (el)
    • 1.1 Ετυμολογία
    • 1.2 Ουσιαστικό
      • 1.2.1 Μεταφράσεις
    • 1.3 Κλιτικός τύπος επιθέτου

Νέα ελληνικά (el)

επεξεργασία
↓ πτώσεις   πληθυντικός  
ονομαστική τα εργατικά
      γενική των εργατικών
    αιτιατική τα εργατικά
     κλητική εργατικά
Κατηγορία όπως «βουνό» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

Ετυμολογία

επεξεργασία

εργατικά < ουσιαστικοποιημένο ουδέτερο του επιθέτου εργατικός στον πληθυντικό

Ουσιαστικό

επεξεργασία

εργατικά ουδέτερο στον πληθυντικό

  • η αμοιβή που δίνεται για κάποια εργασία

Μεταφράσεις

επεξεργασία
    εργατικά
  • αγγλικά : labour (en)

Κλιτικός τύπος επιθέτου

επεξεργασία

εργατικά

  • ονομαστική, αιτιατική και κλητική πληθυντικού του εργατικό
Ανακτήθηκε από "https://el.wiktionary.org/w/index.php?title=εργατικά&oldid=7122323"
Τελευταία επεξεργασία στις 13 Μαΐου 2025, στις 19:14

Γλώσσες

      Αυτή η σελίδα δεν είναι διαθέσιμη σε άλλες γλώσσες.

      Βικιλεξικό
      • Wikimedia Foundation
      • Powered by MediaWiki
      • Η σελίδα αυτή τροποποιήθηκε τελευταία φορά στις 13 Μαΐου 2025, στις 19:14.
      • Το περιεχόμενο είναι διαθέσιμο υπό CC BY-SA 4.0 εκτός αν αναφέρεται διαφορετικά.
      • Προστασία Προσωπικών Δεδομένων
      • Σχετικά με Βικιλεξικό
      • Αποποίηση ευθυνών
      • Κώδικας συμπεριφοράς
      • Προγραμματιστές
      • Στατιστικά
      • Δήλωση cookie
      • Όροι χρήσης
      • Επιφάνεια εργασίας