επανακαταμέτρηση
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασία↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | η | επανακαταμέτρηση | οι | επανακαταμετρήσεις |
γενική | της | επανακαταμέτρησης | των | επανακαταμετρήσεων |
αιτιατική | την | επανακαταμέτρηση | τις | επανακαταμετρήσεις |
κλητική | επανακαταμέτρηση | επανακαταμετρήσεις | ||
Η λόγια γενική ενικού σε -εως δε συνηθίζεται σε νεότερες λέξεις. | ||||
Κατηγορία όπως «παγκοσμιοποίηση» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία
επεξεργασία- επανακαταμέτρηση < επανα- + καταμέτρηση
Προφορά
επεξεργασία- ΔΦΑ : /e.pa.na.ka.taˈme.tɾi.si/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : ε‐πα‐να‐κα‐τα‐μέ‐τρη‐ση
Ουσιαστικό
επεξεργασίαεπανακαταμέτρηση θηλυκό
- (νεολογισμός) η επαναληπτική καταμέτρηση, συνήθως σε ψηφοφορία
- ※ Σύμφωνα με τον νόμο της πολιτείας του Ουισκόνσιν, επανακαταμέτρηση μπορεί να γίνει μόνο δέκα μέρες αφού έχουν μετρηθεί και συγκεντρωθεί όλες οι ψήφοι. Όπως σημειώνουν Αμερικάνοι δημοσιογράφοι, αυτό σημαίνει ότι η επανακαταμέτρηση θα γίνει τον Δεκέμβριο, δηλαδή σχεδόν ένα μήνα μετά τις εκλογές. (Προεδρικές εκλογές ΗΠΑ : O Τραμπ ζητάει επανακαταμέτρηση στο Ουισκόνσιν, Το Βήμα, 4 Νοεμβρίου 2020)
Μεταφράσεις
επεξεργασία επανακαταμέτρηση
Πηγές
επεξεργασία- Δελτίο Επιστημονικής Ορολογίας και Νεολογισμών. Ακαδημία Αθηνών. Τεύχος 11, έτος 2012, ISSN: 1106‑8027. Διαθέσιμο pdf στο repository.academyofathens.gr