Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός      
ονομαστική η εναέρια κυκλοφορία
      γενική της εναέριας κυκλοφορίας
    αιτιατική την εναέρια κυκλοφορία
     κλητική εναέρια κυκλοφορία
Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

εναέρια κυκλοφορία < → δείτε τις λέξεις εναέριος και κυκλοφορία, απόδοση για την αγγλική air traffic• Η Ετυμολογία χρειάζεται ανάπτυξη με τεκμηρίωση. Μπορείτε να βοηθήσετε;  

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /e.naˈe.ɾi.a ci.klo.foˈɾi.a/

  Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία

εναέρια κυκλοφορία θηλυκό, μόνο στον ενικό

Δείτε επίσης επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία