Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
εκκενώτρια
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Ουσιαστικό
1.2.1
Συγγενικά
1.2.2
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
πληθυντικός
ονομαστική
η
εκκενώτρι
α
οι
εκκενώτρι
ες
γενική
της
εκκενώτρι
ας
των
εκκενωτρι
ών
αιτιατική
την
εκκενώτρι
α
τις
εκκενώτρι
ες
κλητική
εκκενώτρι
α
εκκενώτρι
ες
Κατηγορία
όπως «
θάλασσα
» -
Παράρτημα:Ουσιαστικά
Ετυμολογία
επεξεργασία
εκκενώτρια
<
εκκενωτής
+
-τρια
<
εκκενώνω
Ουσιαστικό
επεξεργασία
εκκενώτρια
θηλυκό
θηλυκό
του
εκκενωτής
Συγγενικά
επεξεργασία
→
δείτε
τις λέξεις
εκκενώνω
και
κενός
Μεταφράσεις
επεξεργασία
εκκενώτρια