εικόνισμα
Νέα ελληνικά (el)
επεξεργασίαΕτυμολογία
επεξεργασία- εικόνισμα < → λείπει η ετυμολογία
Ουσιαστικό
επεξεργασίαεικόνισμα ουδέτερο
- θρησκευτική εικόνα
Εκφράσεις
επεξεργασία- κάνω εικόνισμα σε κάποιον: έκφραση που δείχνει τη μεγάλη ευγνωμοσύνη που χρώστώ σε κάποιον