Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις   πληθυντικός  
ονομαστική οι ειδοί
      γενική των ειδών
    αιτιατική τις ειδούς
     κλητική ειδοί
Κατηγορία όπως «οδός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

ειδοί < ελληνιστική κοινή εἰδοί / ἰδοί < λατινική idus < ετρουσκική

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /iˈði/
τυπογραφικός συλλαβισμός: ει‐δοί
τονικό παρώνυμο: ήδη


  Ουσιαστικό επεξεργασία

ειδοί θηλυκό, μόνο στον πληθυντικό

Εκφράσεις επεξεργασία

  Μεταφράσεις επεξεργασία