ειδοί
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | πληθυντικός | |||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | οι | ειδοί | ||
γενική | των | ειδών | ||
αιτιατική | τις | ειδούς | ||
κλητική | ειδοί | |||
Κατηγορία όπως «οδός» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
- ειδοί < ελληνιστική κοινή εἰδοί / ἰδοί < λατινική idus < ετρουσκική
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /iˈði/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : ει‐δοί
- τονικό παρώνυμο: ήδη
Ουσιαστικό επεξεργασία
ειδοί θηλυκό, μόνο στον πληθυντικό
Εκφράσεις επεξεργασία
- αι ειδοί του Μαρτίου: δυσοίωνη ημερομηνία μετά τη δολοφονία του Ιουλίου Καίσαρα στις 15 Μαρτίου του 44 π.Χ.