Δείτε επίσης: Δρυμώνας, δρόμωνας
↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική ο δρυμώνας οι δρυμώνες
      γενική του δρυμώνα των δρυμώνων
    αιτιατική τον δρυμώνα τους δρυμώνες
     κλητική δρυμώνα δρυμώνες
Κατηγορία όπως «αγώνας» - Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία

επεξεργασία
δρυμώνας < (διαχρονικό δάνειο) ελληνιστική κοινή δρυμών[1]

  Προφορά

επεξεργασία
ΔΦΑ : /ðɾiˈmo.nas/
τυπογραφικός συλλαβισμός: δρυ‐μώ‐νας

  Ουσιαστικό

επεξεργασία

δρυμώνας αρσενικό

Συγγενικά

επεξεργασία

  Μεταφράσεις

επεξεργασία

  Αναφορές

επεξεργασία