Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία

↓ πτώσεις       ενικός         πληθυντικός  
ονομαστική η διατροφική μαγιά οι διατροφικές μαγιές
      γενική της διατροφικής μαγιάς των
    αιτιατική τη διατροφική μαγιά τις διατροφικές μαγιές
     κλητική διατροφική μαγιά διατροφικές μαγιές
Παράρτημα:Ουσιαστικά

  Ετυμολογία επεξεργασία

διατροφική μαγιά < διατροφική & μαγιά

  Προφορά επεξεργασία

ΔΦΑ : /ði.a.tɾo.fiˈci maˈʝa/

  Πολυλεκτικός όρος επεξεργασία

διατροφική μαγιά θηλυκό

 
Νιφάδες διατροφικής μαγιάς

  Μεταφράσεις επεξεργασία