Αρχική σελίδα
Τυχαίο
Σύνδεση
Ρυθμίσεις
Δωρεές
Σχετικά με Βικιλεξικό
Αποποίηση ευθυνών
Αναζήτηση
δημοτικιστικός
Γλώσσα
Παρακολούθηση
Επεξεργασία
Πίνακας περιεχομένων
1
Νέα ελληνικά
(el)
1.1
Ετυμολογία
1.2
Επίθετο
1.2.1
Μεταφράσεις
Νέα ελληνικά
(el)
επεξεργασία
↓
πτώσεις
ενικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
ο
δημοτικιστικ
ός
η
δημοτικιστικ
ή
το
δημοτικιστικ
ό
γενική
του
δημοτικιστικ
ού
της
δημοτικιστικ
ής
του
δημοτικιστικ
ού
αιτιατική
τον
δημοτικιστικ
ό
τη
δημοτικιστικ
ή
το
δημοτικιστικ
ό
κλητική
δημοτικιστικ
έ
δημοτικιστικ
ή
δημοτικιστικ
ό
↓
πτώσεις
πληθυντικός
γένη
→
αρσενικό
θηλυκό
ουδέτερο
ονομαστική
οι
δημοτικιστικ
οί
οι
δημοτικιστικ
ές
τα
δημοτικιστικ
ά
γενική
των
δημοτικιστικ
ών
των
δημοτικιστικ
ών
των
δημοτικιστικ
ών
αιτιατική
τους
δημοτικιστικ
ούς
τις
δημοτικιστικ
ές
τα
δημοτικιστικ
ά
κλητική
δημοτικιστικ
οί
δημοτικιστικ
ές
δημοτικιστικ
ά
Κατηγορία
όπως «
καλός
» -
Παράρτημα:Επίθετα & Μετοχές
Ετυμολογία
επεξεργασία
δημοτικιστικός
<
δημοτικιστής
Επίθετο
επεξεργασία
δημοτικιστικός, -ή, -ό
σχετικός με το
δημοτικισμό
Μεταφράσεις
επεξεργασία
δημοτικιστικός