δερμάτι
Νέα ελληνικά (el) επεξεργασία
↓ πτώσεις | ενικός | πληθυντικός | ||
---|---|---|---|---|
ονομαστική | το | δερμάτι | τα | δερμάτια |
γενική | του | δερματιού | των | δερματιών |
αιτιατική | το | δερμάτι | τα | δερμάτια |
κλητική | δερμάτι | δερμάτια | ||
Οι καταλήξεις -ιού, -ια, -ιών προφέρονται με συνίζηση. | ||||
Κατηγορία όπως «τραγούδι» - Παράρτημα:Ουσιαστικά |
Ετυμολογία επεξεργασία
- δερμάτι < μεσαιωνική ελληνική δερμάτιν < αρχαία ελληνική δερμάτιον
Προφορά επεξεργασία
- ΔΦΑ : /ðeɾˈma.ti/
- τυπογραφικός συλλαβισμός : δερ‐μά‐τι
Ουσιαστικό επεξεργασία
δερμάτι ουδέτερο
Συγγενικά επεξεργασία
Μεταφράσεις επεξεργασία
δερμάτι
|
Πηγές επεξεργασία
- ⌘ Δημητράκος, Δημήτριος Β. (1964) Μέγα λεξικὸν ὅλης τῆς Ἑλληνικῆς γλώσσης, 1930-1950. 2η έκδοση:1964. Αθήνα: Εκδόσεις: Δομή (15 τόμοι) & επανεκδόσεις, 1η έκδοση:1953 (9 τόμοι) Ελληνική Παιδεία, .
- δερμάτι - Αναστασιάδη - Συμεωνίδη, Άννα (2003). Αντίστροφο λεξικό της νέας ελληνικής. Ινστιτούτο Νεοελληνικών Σπουδών. Ίδρυμα Μανόλη Τριανταφυλλίδη. (συντομογραφίες)